Παγκύπριος Οργανισμού Αγελαδοτρόφων (ΠΟΑ)
(Αιτητής)
και
Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού
(Καθ’ ης η Αίτηση)
-------------------------
Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (στο εξής η «Επιτροπή») ανακοινώνει ότι, στις 4/12/2019 το Διοικητικό Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθμό 65/2015 απόφαση, με την οποία απέρριψε την αίτηση του Παγκύπριου Οργανισμού Αγελαδοτρόφων (ΠΟΑ) για αποκάλυψη και επιθεώρηση εγγράφων ημερομηνίας 11.9.2018.
Η υπό κρίση αίτηση καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της προσφυγής του ΠΟΑ εναντίον της Επιτροπής, δια της οποίας προσβάλλεται ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος η απόφαση της καθ' ης η αίτηση, Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, ημερομηνίας 17.10.2014, σύμφωνα με την οποία επιβλήθηκε στον αιτητή διοικητικό πρόστιμο ύψους €2.100.000 λόγω διαπιστωθείσας παράβασης των άρθρων 3(1)(α), 3(1)(β) και 6(1)(α) του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου (Ν. 13(Ι)/2008), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»). Σημειώνεται ότι η σχετική απόφαση επί της προαναφερόμενης προσφυγής εκκρεμεί.
Δια της υπό εξέταση αίτησης, ο αιτητής ζήτησε από το Δικαστήριο-
«Α. Άδεια και/ή Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται στον Αιτητή όπως προβεί σε επιθεώρηση και όπως λάβει αντίγραφα των εγγράφων που η Καθ' ης η Αίτηση αναφέρει ως εμπιστευτικά και/ή περιέχοντα εμπιστευτικές πληροφορίες και/ή στοιχεία, τα οποία βρίσκονται εντός του διοικητικού φακέλου που αφορά την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο υπόθεση και τα οποία παρατίθενται στον επισυνημμένο στην παρούσα Αίτηση Κατάλογο Εγγράφων, ο οποίος σημειώνεται ως Παράρτημα Α της παρούσας Αίτησης.
Β. Άδεια και/ή Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται στον Αιτητή όπως προβεί σε επιθεώρηση του διοικητικού φακέλου που αφορά την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο υπόθεση και όπως λάβει αντίγραφα εγγράφων, τα οποία βρίσκονται εντός του διοικητικού φακέλου της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο υπόθεσης, πλην όμως δεν έχουν επισυναφθεί ως Παραρτήματα, στην Ένσταση της Καθ' ης η Αίτηση.».
Το Δικαστήριο προέβη σε λεπτομερή αναφορά στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης τα οποία οδήγησαν στην καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης, τονίζοντας παράλληλα ότι με βάση την ημεδαπή έννομη τάξη δεν υπάρχει ειδικότερη ρύθμιση του υπό εξέταση ζητήματος, ήτοι ένα σύστημα κανόνων δικαίου που να ρυθμίζει ολοκληρωμένα τα της πρόσβασης στο φάκελο της Επιτροπής αναφορικά με εκκρεμούσες διαδικασίες ενώπιον Δικαστηρίου.
Υπό το φως των νομολογιακών κατευθυντήριων, το Δικαστήριο έκρινε ότι το αιτητικό Β της αίτησης, όπως αυτό είναι διαμορφωμένο, δεν μπορεί να επιτύχει και απέρριψε αυτό.
Επί του αντικειμένου της αίτησης και δη επί του περιεχόμενου στο αιτητικό Α της αίτησης αιτήματος το Δικαστήριο, σταθμίζοντας, αφενός, την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και των επιχειρηματικών απορρήτων και, αφετέρου, την αποτελεσματική δικαστική προστασία και τον σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας των διαδίκων και υπό το φως και των νομολογιακών κατευθυντήριων αρχών, έκρινε ότι ούτε το αιτητικό Α της αίτησης μπορεί να επιτύχει και απέρριψε αυτό. Ως προς δε το, επίσης περιεχόμενο στο αιτητικό Α της αίτησης, αίτημα για λήψη αντιγράφων, το Δικαστήριο έκρινε πως είναι αυτονόητο ότι υπόκειται και αυτό σε απόρριψη δεδομένης της κατάληξης ως προς το ζήτημα της πρόσβασης στα εν λόγω έγγραφα.
Το Δικαστήριο κατέληξε στα παρακάτω:
«Καταλήγω ότι η απόφαση της Επιτροπής βασίστηκε σε στοιχεία που ήσαν γνωστά και στα οποία δόθηκε πρόσβαση στον αιτητή, ενώ στις περιπτώσεις που υφίστατο ζήτημα επιχειρηματικού απορρήτου ή/και εμπιστευτικών πληροφοριών και δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση σε αυτούσιο το έγγραφο, δόθηκε η σχετική πληροφόρηση μέσω ετοιμασίας αντιγράφου, σε τέτοια μορφή, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση, χωρίς να επηρεάζεται δυσμενώς το δικαίωμα του αιτητή για άμυνα και αποτελεσματική δικαστική προστασία, αλλά ταυτόχρονα να διαφυλάσσονται το επιχειρηματικό απόρρητο και οι εμπιστευτικές πληροφορίες, καθώς και, όπου χρειάζεται, το συμφέρον των προσώπων που παρείχαν αυτές.
Διαπιστώνεται περαιτέρω ότι δικαίωμα πρόσβασης δόθηκε στον αιτητή για όλα τα εντός των φακέλων έγγραφα πλην αυτών που κρίθηκαν είτε ως εμπιστευτικά είτε ως εσωτερικά έγγραφα υπό το φως του πιο πάνω νομοθετικού-νομολογιακού πλαισίου. Μελετώντας τα σχετικά έγγραφα και το σύνολο των στοιχείων εντός των φακέλων, έργο που, θα πρέπει να λεχθεί, υπήρξε ιδιαίτερα επίπονο λόγω του όγκου των εγγράφων, δεν έχω διαπιστώσει να έχει παραβλαφθεί το δικαίωμα άμυνας του αιτητή από τη μη πρόσβαση στα προεκτεθέντα έγγραφα. Ούτε και έχει αποσείσει το βάρος που φέρει ο αιτητής να αποδείξει γιατί τα συγκεκριμένα έγγραφα είναι κρίσιμα για την άμυνά του, ως απαιτείται. Λαμβανομένων δε υπόψη των στοιχείων και/ή εγγράφων για τα οποία δεν δόθηκε πρόσβαση στον αιτητή, το δικαίωμα άμυνας του τελευταίου δεν έχει επηρεαστεί και δύναται αυτός, στη βάση των στοιχείων που τέθηκαν στη διάθεσή του, να υποστηρίξει επαρκώς την υπόθεσή του, λαμβάνοντας τα κατάλληλα προς τούτο μέτρα, προεξάρχουσας βεβαίως της σύνταξης της γραπτής του αγόρευσης προς αμφισβήτηση του κύρους και της νομιμότητας της επίδικης απόφασης. […]
[…] Ως εκ των πιο πάνω λοιπόν, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. […]»
Η σχετική Απόφαση υπ’ αριθμόν 65/2015 του Διοικητικού Δικαστηρίου μπορεί να ανευρεθεί στον πιο κάτω σύνδεσμο:
http://www.competition.gov.cy/competition/competition.nsf/page19_gr/page19_gr?OpenDocument
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
|