Έμβλημα Κυπριακής Δημοκρατίας
Βρίσκεστε στη σελίδα: Αρχική Σελίδα Συμπράξεις Επισκόπηση

Επισκόπηση

Σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2022 (Νόμος αρ. 13(Ι)/2022) απαγορεύονται οι συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων, οι αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων και κάθε εναρμονισμένη πρακτική, που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρακώλυση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού εντός της Δημοκρατίας, και ιδίως εκείνες οι οποίες συνίστανται-

(α) στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων όρων συναλλαγής·

(β) στον περιορισμό ή στον έλεγχο της παραγωγής, της διάθεσης, της τεχνολογικής ανάπτυξης ή των επενδύσεων·

(γ) στη γεωγραφική ή άλλη κατανομή των αγορών ή των πηγών προμήθειας·

(δ) στην εφαρμογή άνισων όρων επί ισοδύναμων συναλλαγών έναντι των εμπορικώς συναλλασσόμενων επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα αυτές να περιέρχονται σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό.

(ε) στην εξάρτηση της σύναψης συμφωνιών από την αποδοχή εκ μέρους των αντισυμβαλλόμενων πρόσθετων υποχρεώσεων, οι οποίες, εκ της φύσεώς τους ή σύμφωνα με τις κρατούσες εμπορικές συνήθειες, δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο των συμφωνιών αυτών.

Ωστόσο, δυνάμει του άρθρου 4(1) κάθε συμφωνία, απόφαση και εναρμονισμένη πρακτική, η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εδαφίου (1) του άρθρου 3, επιτρέπεται και είναι έγκυρη χωρίς να είναι αναγκαία η προηγούμενη έκδοση σχετικής απόφασης της Επιτροπής, εάν συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) συμβάλλει στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου, εξασφαλίζοντας συγχρόνως στους καταναλωτές δίκαιο τμήμα από το όφελος που προκύπτει·

(β) δεν επιβάλλει στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις περιορισμούς μη απαραίτητους για την επίτευξη των στόχων αυτών. και

(γ) δεν παρέχει στις επιχειρήσεις αυτές τη δυνατότητα κατάργησης του ανταγωνισμού σε σημαντικό τμήμα της σχετικής αγοράς του προϊόντος.


Στην περίπτωση που η Επιτροπή αποφασίσει ότι η συμφωνία, απόφαση και/ή εναρμονισμένη πρακτική δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 4(1) του Νόμου, τότε η σχετική συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική υπόκειται στην απαγόρευση και ακυρότητα που απορρέει από το άρθρο 3 του Νόμου.

Δυνάμει του άρθρου 5(1) του Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης της Επιτροπής, Διατάγματα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με τα οποία το άρθρο 3 κηρύσσεται ανεφάρμοστο σε συγκεκριμένες κατηγορίες συμπράξεων.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του πιο πάνω άρθρου, στις συμπράξεις για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του εθνικού δικαίου και όχι οι διατάξεις του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν οι διατάξεις των Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 3 του Άρθρου 101 ΣΛΕΕ στο βαθμό που δεν υπάρχει αντίθετη διάταξη σε Διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 5(1) του Νόμου. Σε τέτοια περίπτωση, οι συμπράξεις τεκμαίρονται επιτρεπτές και έγκυρες δυνάμει του Ευρωπαϊκού Κανονισμού, ο οποίος ρυθμίζει την ίδια κατηγορία συμπράξεων στα πλαίσια του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού. Στην περίπτωση που η Επιτροπή αποφασίσει ότι σύμπραξη, αναφορικά με την οποία γίνεται επίκληση Ευρωπαϊκού Κανονισμού δεν εμπίπτει στην κατηγορία συμπράξεων την οποία ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός ρυθμίζει στα πλαίσια του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού, τότε η σχετική σύμπραξη εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 και υπόκειται στην απαγόρευση και ακυρότητα.


Σημειώνεται ότι το βάρος της απόδειξης για τα προαναφερθέντα βαραίνει την εμπλεκόμενη επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων που επικαλούνται τα άρθρα 4 και 5 του Νόμου.


  Twitter Icon  Facebook Icon

Cartel Hotline

Αποφάσεις Επιτροπής

Κριτήρια Προτεραιότητας

Προστασία Προσωπικών Δεδομένων

Σχέδιο Δημοσίευσης-Ν.184(Ι)/2017

Δημόσια Διαβούλευση

Πρόγραμμα Αμισθί Πρακτικής Εκπαίδευσης

Δημόσιες Συμβάσεις

Καν' το Ηλεκτρονικά

Ενημέρωσέ με

Προγράμματα Κατάρτισης Κέντρου Παραγωγικότητας

Περί Κϋπρου