Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ) ανακοίνωσε σήμερα στα εμπλεκόμενα μέρη Lumiere TV Public Company Ltd (LTV) , Multichoice ( Cyprus) Public Company Ltd και NETMED NV την απόφαση της στην αυτεπάγγελτη έρευνα αναφορικά με την συμφωνία LTV και Multichoice ημερ. 21.6.2004, σε σχέση με την υποχρέωση της LTV να παρέχει το κανάλι της μέσω οποιασδήποτε μεθόδου διανομής κατά αποκλειστικότητα στην Multichoice (Cyprus) Ltd και αναφορικά με την συμφωνία μετόχων LTV και NETMED ημερ. 23.6.2000.
Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού συνεκτιμώντας όλα τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε ότι, τόσο η μακρά διάρκεια της εν λόγω συμφωνίας Διανομής ημερ. 21.6.2004, όσο και τα αποτελέσματα της εφαρμογής της στη σχετική αγορά περιορίζουν και νοθεύουν τον ανταγωνισμό κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 4(1) του Νόμου περί Προστασίας του Ανταγωνισμού.
Η Επιτροπή επίσης αποφάσισε ότι η συμπερίληψη της ρήτρας μη ανταγωνισμού στη συμφωνία μετόχων μεταξύ LTV και NETMED ημερ. 23.6.2000, δεδομένης της διάρκειας της και της ευρύτητας των τομέων που καλύπτει, δημιουργεί ένα προστατευτικό κλοιό γύρω από την αγορά υπηρεσιών που προσφέρει η MCC, παρέχοντας της ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της, καταργώντας έτσι την ανάπτυξη δυνητικού ανταγωνισμού στη σχετική αγορά.
Η ΕΠΑ έκρινε ότι, τόσο η μακρά διάρκεια της εν λόγω συμφωνίας μετόχων 23/6/2000, όσο και τα αποτελέσματα της εφαρμογής της στη σχετική αγορά περιορίζουν και νοθεύουν τον ανταγωνισμό, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 4(1) του Νόμου.
Στο καταληκτικό της απόφασης της η Επιτροπή μελετώντας το περιεχόμενο των υπό εξέταση συμφωνιών, καθώς και τα αποτελέσματά της εφαρμογής τους στη σχετική αγορά, στη βάση της ενώπιον της διαδικασίας μέσα από την οποία δόθηκε η ευκαιρία στα μέρη να θέσουν όλες τις θέσεις τους και τα επιχειρήματα τους, τα οποία λήφθηκαν υπόψη από την Επιτροπή και αξιολογήθηκαν ανάλογα, και έχοντας υπόψη: α) τους όρους μη ανταγωνισμού που περιέχονται στη συμφωνία μετόχων ημερομηνίας 23.6.2000 μεταξύ των μερών LTV και NETMED και β) τους όρους περί αποκλειστικού δικαιώματος διανομής που περιέχονται στη συμφωνία για την αναλογική και ψηφιακή διάθεση του καναλιού ημερ. 21.6.2004 και γ) την εκ των πραγμάτων δυσχέρεια στην πρόσβαση και στην είσοδο νέων αλλά και στη δραστηριοποίηση υφιστάμενων ανταγωνιστών στη σχετική αγορά, καθώς επίσης και δ) το γενικότερο οικονομικό και τεχνολογικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο συστήθηκαν και εφαρμόσθηκαν οι υπό εξέταση συμφωνίες, καθώς τέλος και ε) την πολύ μακρά διάρκεια των υπό εξέταση συμφωνιών, αποφάσισε ότι οι υπό εξέταση συμφωνίες έχουν σαν αντικείμενο ή αποτέλεσμα τη νόθευση, παρακώλυση και περιορισμό του υγιούς ανταγωνισμού και ότι έχουν συσταθεί και έχουν εφαρμοσθεί κατά παράβαση του Νόμου περί Προστασίας του Ανταγωνισμού και ως εκ τούτου οι υπό εξέταση συμφωνίες κρίνονται απαγορευμένες με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 4(1) του Νόμου.
Η Επιτροπή στην απόφαση της ανέφερε ότι σε περίπτωση που τα εμπλεκόμενα μέρη θα επιθυμούσαν την εφαρμογή των πιο πάνω υπό εξέταση συμφωνιών, που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και τους προαναφερόμενους όρους, που κρίθηκαν ότι νοθεύουν τον ανταγωνισμό, θα μπορούσαν να επιδιώξουν μέσα από τις πρόνοιες της υφιστάμενης νομοθεσίας την εξασφάλιση από την ΕΠΑ σχετικού διατάγματος για ατομική εξαίρεση.
Η Επιτροπή τόνισε στην απόφαση της ότι η κάθε επιχείρηση, αλλά ιδιαίτερα οι δημόσιες εταιρείες, στις οποίες επενδύει μεγάλος αριθμός επενδυτών, θα πρέπει να έχουν γνώση της σχετικής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, καθώς και των υποχρεώσεων τους και να εκδηλώνουν ιδιαίτερη ευαισθησία στη νομιμότητα και στις αρχές του ανταγωνισμού, όπως αυτές καθορίζονται από τη σχετική νομοθεσία και νομολογία, ώστε να ενεργούν με τρόπο που να διασφαλίζονται συνθήκες νομιμότητας και υγιούς ανταγωνισμού, ιδιαίτερα με την σύναψη, προσυπογραφή και εφαρμογή συμφωνιών, που να συνάδουν με τις αρχές και κανόνες που επιτάσσει η περί ανταγωνισμού νομοθεσία και νομολογία.
Τα μέρη μετά την ανακοίνωση της απόφασης αγόρευσαν για μετριασμό της ποινής.
Η Απόφαση της ΕΠΑ σε σχέση με την ποινή επιφυλάχθηκε.
|